ΣΥΜΑΪΚΗ ΚΕΡΑΜΙΚΗ Κεραμική κάμινος στις Σάρπες

ΣΥΜΑΪΚΗ ΚΕΡΑΜΙΚΗ Κεραμική κάμινος στις Σάρπες ΣΥΜΑΪΚΗ ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΚΑΜΙΝΟΣ ΣΤΙΣ ΣΑΡΠΕΣ Μελέτη – έρευνα – Κρητικός...

ΣΥΜΑΪΚΗ ΚΕΡΑΜΙΚΗ
Κεραμική κάμινος στις Σάρπες



ΣΥΜΑΪΚΗ ΚΕΡΑΜΙΚΗ

ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΚΑΜΙΝΟΣ ΣΤΙΣ ΣΑΡΠΕΣ

Μελέτη – έρευνα – Κρητικός Σαράντης

Πρωτοδημοσιεύτηκε στο ετήσιο Συμαϊκό περιοδικό ΑΙΓΛΗ αρ.6 του 1996

ΜΕΡΟΣ 1ο

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

  Πριν ξεκινήσω τη μελέτη – έρευνα, θα ήθελα να παραθέσω κάποια πράγματα στον αναγνώστη, και κυρίως να τονίσω τα νέα δεδομένα που φέρνει αυτή.
  Ταυτόχρονα όμως, θα πρέπει να πω για ορισμένη εξειδικευμένη ορολογία που χρησιμοποιήθηκε, ότι κρίθηκε αναγκαία να παρουσιαστεί έτσι, μια και η απλοποίηση μπορούσε να αποβεί σε βάρος της επιστημονικής δεοντολογίας.
  Χωρίς τη βοήθεια του Ορλάνδου, του διορατικού αυτού αρχιτέκτονα – αρχαιολόγου, που επανειλημμένα και πολλάκις προσέτρεξα στις εν λόγω μελέτες του, η κατανόηση ή εξήγηση πολλών από τα προβλήματα που αντιμετώπισα θα ήταν αδύνατη.
  Θέλω ακόμα εδώ, να ευχαριστήσω τον καθηγητή Πανεπιστημίου Κρήτης κο Δαβάρα, που ευχαρίστως μου παραχώρησε την άδεια, να αντλήσω από δική του σχετική μελέτη, τα απαραίτητα στοιχεία για την ολοκλήρωση αυτής εδώ της πραγματείας.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

   Ποτέ δεν τολμούσαμε μέχρι σήμερα, να πούμε με βεβαιότητα, ότι η Σύμη διέθετε δική της κεραμική, γιατί δεν είχαμε αποδείξεις γι’ αυτό, μη εξαιρουμένης της επίσημης αρχαιολογίας.
  Όλες οι σφραγίδες των οξυπύθμενων αμφορέων που βρέθηκαν πάνω στο νησί, μας παραπέμπουν στη Ρόδο, στη Κνίδο, στη Κω κ.λ.π. ανάλογων περιόδων.
  Άλλωστε η Σύμη ανάμεσα σε αυτά τα μεγάλα εμπορικά και κυρίως οικονομικά κέντρα, δε θα μπορούσε κανείς να φανταστεί, ότι θα τολμούσε να αναπτύξει κάποια ομοειδή παραγωγή προϊόντων με αυτές τις πόλεις γιατί δε θα ήταν βιώσιμη.

Η ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ

  Ένα καλοκαίρι, πηγαίνοντας με τη βάρκα στην περιοχή των Σαρπών, έμεινα έκπληκτος για την αλλαγή στη συγκεκριμένη περιοχή, και βάλθηκα να βρω την εξήγηση, μια και πήγαινα κάθε χρόνο.
  Μόλις μπεις στο μικρό κόλπο των Σαρπών, ένα μικρό ύψωμα στο κέντρο που προχωρεί μέσα στη θάλασσα, δημιουργεί δύο μικρά λιμάνια.
Στο πρώτο λιμανάκι στη δεξιά του πλευρά, πολλά όστρακα (κομμάτια κεραμικών) σε μεγάλες ποσότητες, είχαν εμφανιστεί από τις ραγδαίες βροχές που είχαν προηγηθεί εκείνο το χειμώνα.
  Ταυτόχρονα, αποκάλυψαν την κεραμική κάμινο που βρίσκεται λίγο ψηλότερα χωμένη στους πρόποδες του μικρού υψώματος, σε απόσταση 10 -15 μέτρα από τη θάλασσα.
  Πλάι στην κάμινο υπολείμματα τοιχοποιίας, που υποδηλώνουν κάποιο κτίριο ή υπαίθριο εργαστήριο, και όλη η περιοχή διάσπαρτη με κομμάτια κεραμικών σε μεγάλη ακτίνα.
  Σε μικρή απόσταση από την κάμινο, είναι το νερό των Σαρπών, που τρέχει αρκετά το χειμώνα, ενώ το καλοκαίρι περιορίζεται στην κοιλότητα που έχουν δημιουργήσει οι βοσκοί της περιοχής για τα ζώα, και παλαιότερα χρησιμοποιούσαν οι ψαράδες αν τύχαινε να βρεθούν σε αυτή την ανάγκη.
  Πάνω στο μικρό ύψωμα υπάρχει ένα λιθόκτιστο σπιτάκι για τους βοσκούς, που στον περίβολό του χρησιμοποίησαν λαξευμένες πέτρες, μέρη παλιού αρχαίου κτίσματος.
  Έτσι  μεγάλοι ορθογώνιοι λίθοι βρίσκονται εντοιχισμένοι σε διάφορα σημεία, ενώ ένα  αντίβαρο πιεστηρίου λαδιού με μεγάλο λούκι φιλοξενείται λίγα μέτρα έξω από τον περίβολο προς τα δυτικά.
  Δυτικά έξω από το σπιτάκι ανάμεσα σε βράχους, βρίσκεται μονόλιθος για προσφορές.
  Βράχοι ακόμα σε διάταξη εκεί κοντά, μας παραπέμπουν σε παλαιότερες εποχές, σημάδι τα μικρά κομμάτια οψιδιανού (οψιανού) που εντοπίστηκαν επιφανειακά.
  Το ύψωμα όπως φαίνεται, ήταν το σημείο κατοίκησης σε παλαιότερους χρόνους, αποτελώντας ταυτόχρονα και φυσικό οχυρό το οποίο ενίσχυσαν νοτιοανατολικά με ένα προστατευτικό τείχος από μεγάλους ογκόλιθους, που διακρίνονται από το δεύτερο λιμανάκι.
  Ακόμα ίχνη τοιχοποιίας (κτιρίου;) φαίνονται παραλιακά στο πρώτο λιμάνι, θυμίζοντάς μας τα παραλιακά κτίσματα του Αϊ Μηλιανού, του Σεσκλιού, και του Ταβυριού στη Νύμο, Κλασικής και Ελληνιστικής κυρίως εποχής τα περισσότερα, (δημοσίευση  Συμαϊκό περιοδικό ΑΙΓΛΗ αρ. 4), ενώ υπάρχουν βυθισμένα τμήματα κρηπιδώματος στην αριστερή πλευρά, η οποία είναι η πιο απάνεμη από βόρειους ανέμους, και προσφέρεται σαν καταφύγιο για μικρά πλοία.

Αλλά ας γυρίσουμε στο θέμα μας και στην κεραμική κάμινο των Σαρπών, που η δραστηριότητα των χειμάρρων έβγαλε τις μεγάλες ποσότητες κεραμικών που προέρχονται μάλλον από τον αποθέτη (σημείο απόρριψης).                                     


ΜΕΡΟΣ 2ο

 Πολλά κεραμικά άρχισαν να φεύγουν προς τη θάλασσα, ακολουθώντας την κλίση του εδάφους.
  Ταυτόχρονα, εμφανίσθηκαν διάφορα κομμάτια από την κάμινο, όπως οικοδομικά μέρη της, οπτόπλινθοι και αύλακες που μετέφεραν τη φωτιά (θερμοκρασία) για καλύτερη όπτηση των κεραμικών.
  Στο πάνω σημείο της καμίνου, φαίνεται να προβάλλει από το χώμα, το περίγραμμα του κατεστραμμένου θόλου, ο οποίος ως συνήθως, χτιζόταν κάθε φορά που είχε ολοκληρωθεί η τοποθέτηση των προς όπτηση κεραμικών ειδών.
 Η κάμινος  έχει κυκλικό σχήμα, ενώ κομμάτια πυρίμαχου πηλού από τα σημεία της φωτιάς, εξέχουν σε διάφορα μέρη.
  Ακόμα κομμάτια οπτόπλινθων βρίσκονται τριγύρω, που προέρχονται από το κάτω μέρος της καμίνου, ίσως τον κεντρικό στύλο που υποβάσταζε τη σχάρα, και δημιουργούσε τους διαδρόμους των θαλάμων θέρμανσης.
  Και ερχόμαστε τώρα σε ένα σημαντικό στοιχείο, που φαίνεται από την πρώτη ματιά.
  Όλα σχεδόν τα όστρακα (κεραμικά κομμάτια) που βρίσκονται διασκορπισμένα στην περιοχή σε μια μεγάλη ακτίνα - εκτός λίγων εξαιρέσεων -  και αποτελούσαν μέρος της παραγωγής της κεραμικής καμίνου των Σαρπών, είναι κεραμίδες στέγης.
  Μάλιστα όλες οι κεραμίδες που παράγονταν σε διάφορα μεγέθη, είναι Λακωνικού τύπου, όπως δείχνουν τα επιφανειακά ευρήματα. (Λακωνικού τύπου, είναι οι κεραμίδες οι κοίλες, δηλαδή οι «χολέντρες» όπως τις λέμε στη Σύμη, που είναι το ένα άκρον τους πιο στενό).
  Δυστυχώς, δε μπορέσαμε να βρούμε κάποια ακέραιη. Όλα είναι τμήματα διαφορετικών μεγεθών, και με δυσκολία εντοπίσαμε δύο – τρία που μπόρεσαν να δώσουν τουλάχιστον το ένα τους άκρον.
  Από ότι μπορούμε να υποθέσουμε, 5 – 6 διαφορετικές κεραμίδες Λακωνικού τύπου πρέπει να παρήγαγε η κεραμική κάμινος, ενώ βρέθηκαν 2 κομμάτια Κορινθιακού τύπου.
Είναι γνωστές οι κεραμίδες στους αρχαιολόγους ανάλογα με την τοποθέτησή τους στη στέγη, όπως Αγελαίαι – Κορυφαίαι και Ηγεμόνες.
  Τα περισσότερα κομμάτια είναι «στρωτήρες»  κατά πρώτο λόγο, και «καλυπτήρες» κατά δεύτερο.
  Στις περισσότερες καλυπτήρες κεραμίδες, υπάρχουν αύλακες στη κοίλη τους πλευρά κατά μήκος ή πλάτος. Αν δεν υπάρχουν αύλακες, τότε η επιφάνεια δεν είναι ομαλή και λεία, ώστε να έχει καλύτερη συνδεσιμότητα με κονίαμα υποθέτω.
   Μέσα στο χώρο της καμίνου, βρίσκουμε κομμάτια καλυπτήρων που πιθανόν δεν πρόλαβαν να ολοκληρώσουν την όπτηση και είναι αρκετά εύθραυστοι.
  Αυτό ίσως μας κάνει να σκεφτούμε, πως η καταστροφή ή η εγκατάλειψη της, έγινε βίαια, ή με ξαφνικό τρόπο.
  Υπάρχουν ακόμα 2-3 κομμάτια ακραίων καλυπτήρων, και ανάλογα κομμάτια σε αριθμό, που η εξωτερική τους επιφάνεια, είναι βαμμένη - εμβαπτισμένη σε άλλο υλικό. (Γνωρίζουμε ότι για να γίνονται αδιάβροχες εξωτερικά οι κεραμίδες, βάφονταν με πίσσα, όπως μαρτυρούν δύο επιγραφές που βρέθηκαν στην Επίδαυρο. Ορλάνδος).
Εντόπισα ακόμα 2 – 3 κομμάτια κεραμίδων(;) με γραπτή διακόσμηση.     


                   



ΜΕΡΟΣ 3ο

Ο πηλός σε χρώμα και καθαρότητα, δεν είναι ο ίδιος, πράγμα που δηλώνει διαφορετικά μέρη περισυλλογής, ίσως και σε διαφορετικές χρονολογίες.
  Στις περισσότερες κεραμίδες είναι ερυθρός, σε άλλες φαιός, και υπάρχουν ελάχιστες σε χρώμα ώχρας.
  Μέσα στη μάζα του πηλού φαίνονται ίχνη από άσβεστο, ενώ ξεχωρίζουν μεγάλοι κόκκοι άμμου στο σύνολο σχεδόν των κεραμίδων, που μπήκαν για να λειτουργούν όπως ο οπλισμός στο μπετόν. Δηλαδή, δίνουν αντοχή στη μεγάλη σε μέγεθος επιφάνεια της κεραμίδας.
  Όλα τα υπόλοιπα επιφανειακά όστρακα, δεν είναι σε μεγάλες ποσότητες όπως οι κεραμίδες.
  Δε θα πρέπει όμως να αγνοήσουμε κάποια, τα οποία χρειάζονται την ιδιαίτερη προσοχή μας.
  Κάνω ειδική αναφορά σε αυτά, γιατί ανήκουν σε άβαφα αγγεία με διπλές οριζόντιες λαβές, με την ίδια σύσταση πηλού με αυτήν των κεραμίδων πράγμα που επιβεβαιώνει και την κοινή προέλευσή τους από το εργαστήριο των Σαρπών.
  Είναι θραύσματα από χείλη μαζί με τις χειρολαβές που αναφέραμε πιο πάνω 4 - 5 αγγείων  του ίδιου τύπου αλλά διαφορετικών μεγεθών, και τα οποία φαίνεται να ήταν καθημερινής χρήσης μαγειρικά σκεύη για την κουζίνα, ώστε να δίνουν σταθερότητα και αντοχή, και πιθανόν να είναι και ανεκτά σε μεγάλες θερμοκρασίες στο χέρι. Ανασυνέθεσα από μια τέτοια χειρολαβή, ολόκληρο το χείλος ενός τέτοιου αγγείου όπως και την άλλη χειρολαβή  αντίκρυ της για καλλίτερη άποψη.
  Σημειώνω τις διαστάσεις των λαβών, (όπου είναι δυνατόν), καθώς και τη διάμετρο του αγγείου που ανήκε η κάθε λαβή.
  Διάμετρος εσωτερική 18.00 εκατοστά (πάντα κατά προσέγγιση). Διάμετρος εσωτερική 20.00 εκατοστά, εξωτερική 24.00. Διάμετρος εσωτερική 21.00 εκατοστά, εξωτερική 25.00 εκατοστά. Ύψος λαβής 3.30 εκατοστά, μήκος 15.00 εκατοστά.
  Να πούμε εδώ πως, στο πάνω μέρος του χείλους σε κάποια από αυτά, φαίνεται να διατρέχει περιμετρικά μια προεξοχή, που μας υποδεικνύει ότι υπήρχε καπάκι ξεχωριστό που σφράγιζε το άνοιγμα. Αυτό ουσιαστικά μας παραπέμπει όπως τονίσαμε και πιο πάνω, στην πιθανότητα να ήταν μαγειρικά σκεύη τα είδη αυτά των κεραμικών αγγείων.

  Επανερχόμαστε στις κεραμίδες για να σημειώσουμε πως κάποια κομμάτια των κεραμικών κυρίως από κεραμίδες στέγης, φέρουν εμφανή ίχνη φωτιάς στην επιφάνειά τους, και αυτό μας δείχνει για πιο λόγο χρησιμοποιήθηκαν.

  Αυτά ήταν σπασμένα κομμάτια, τα οποία όπως γνωρίζουμε, στρώνονταν πάνω στη σχάρα με τις οπές από τις οποίες περνούσε φωτιά και αναπτύσσονταν μεγάλες θερμοκρασίες, και πάνω σε αυτά ακουμπούσαν τα προς όπτηση κεραμικά, για να μην εκτίθενται εκείνα άμεσα στη φωτιά.                                  


ΜΕΡΟΣ 4ο

ΚΕΡΑΜΙΔΕΣ

  Δε θα αναφερθούμε στην κάμινο γιατί δεν υπάρχει τέτοια δυνατότητα, μια και είναι θέμα ανασκαφής, που είναι αρμοδιότητα της αρχαιολογικής υπηρεσίας.
  Το μόνο που μπορούμε να πούμε αναφορικά με το αρχιτεκτονικό της μέρος, είναι αυτό που λέει ο Ορλάνδος, ότι οι κεραμικοί κάμινοι που είχαν αποκλειστικότητα σε κεραμίδες και σε πήλινα αρχιτεκτονικά μέλη, ήταν μεγαλύτερες από τις κοινές.
  Θεωρώ λοιπόν σκόπιμο να αναφερθώ περισσότερο στις κεραμίδες και να παρατηρήσω ότι η μια τους πλευρά ή εξωτερική, είναι αυτή που ακουμπούσε στο καλούπι ενώ η άλλη η εσωτερική πλευρά ήταν αυτή που δεχόταν τις πιέσεις των χεριών του τεχνίτη, ώστε  σε ορισμένες φαίνονται ίχνη των δαχτύλων του, καθώς προσπαθούσε να την προσαρμόσει πάνω στο καλούπι και να της δώσει το επιθυμητό σχήμα.
  Δεν είμαι ειδικός για να πω πως ακριβώς δημιουργείτο μια κεραμίδα, αλλά μπορώ να φανταστώ τον τεχνίτη να ανοίγει τον πηλό σαν φύλλο ζύμης με κάποιο κυλινδρικό ξύλο μέσα σε κοίλο  καλούπι, που μπορεί να ήταν ξύλινο ή μαρμάρινο, και αφού φτάσει το πάχος που ήθελε, να κόβει με μαχαίρι  τα πλαϊνά μέρη που εξείχαν.
  Πάνω στο καλούπι θα της δώσει με τα δάκτυλα ή με ξύλινη σπάτουλα κάποιες απαραίτητες αλλαγές στις γωνίες ή στις ακμές των μακριών πλευρών της, και την σφράγιζε με ειδική σφραγίδα.
Οι κεραμίδες στρωτήρες έχουν μεγαλύτερο πλάτος από τις καλυπτήρες, ενώ το πάχος στις απολήξεις των πλαϊνών παράλληλων πλευρών τους είναι μεγαλύτερο από ότι στο κέντρο τους, ενώ φαίνεται σε πολλές από αυτές, έχει ανασηκωθεί η εξωτερική ακμή για καλλίτερο πάτημα – στήριξη (υποδοχή) στα κάθετα ξύλα των δοκαριών της οροφής.
  Το πάχος των κεραμίδων στο κέντρο κυμαίνεται στα 1,50 εκατοστά έως 2.00 εκατοστά, και στις μακριές παράλληλες πλευρές από 2,00 έως 2,50 εκατοστά.
  Όπως γνωρίζουμε οι κεραμίδες (στρωτήρες), έχουν διαφορετικό πλάτος σε κάθε άκρη τους. Το ίδιο συμβαίνει και με τις καλυπτήρες - αν και ήταν πιο στενές - ώστε να υπάρχει επικάλυψη μερικών εκατοστών της μιας με την άλλη.
  Από τα κομμάτια που βρέθηκαν επιφανειακά, μπόρεσα να ανασυνθέσω εν μέρει μια Συμαϊκή κεραμίδα Λακωνικού τύπου στρωτήρα και μια καλυπτήρα, και υπολόγισα περίπου τις διαστάσεις που είχαν, πιστεύοντας ότι είναι από τις περισσότερο αντιπροσωπευτικές που συναντάμε στο εργαστήρι των Σαρπών.
Βρήκαμε στρωτήρες με τη στενή πλευρά πλάτος 33,00 εκατοστά, και μήκος πάνω από 70,00 εκατοστά. Καλυπτήρες 20,00 εκατοστά στενή πλευρά πλάτος και μήκος πάνω από 70,00 εκατοστά. Παραθέτω για σύγκριση, διαστάσεις στρωτήρων που βρέθηκαν κατά τις ανασκαφές στην Αγορά Αθηνών. Πλάτος 50.00 εκατοστά και μήκος 98,00 εκατοστά, και καλυπτήρων πλάτος 21,00 εκατοστά και μήκος 91,50 εκατοστά.
   Οι διαστάσεις μια σύγχρονης κεραμίδας Λακωνικού τύπου (χολέντρα), που χρησιμοποιείτο μέχρι πρόσφατα στο νησί, είχε πλάτος 13,00 εκατοστά στη στενή πλευρά, 18,00 εκατοστά στην πιο πλατιά, και μήκος 40.00 εκατοστά, αλλά ως συνήθως εδώ στη Σύμη, στρωτήρες και καλυπτήρες είχαν το ίδιο μέγεθος.
  Θέλω να τονίσω εδώ, ότι οι διαστάσεις των κεραμίδων Λακωνικού τύπου, δεν ήταν σε όλες ίδιες, και πρέπει να υπήρχαν διαφορετικά μεγέθη και να ήταν μεταβλητές, που εξαρτιόντουσαν ανάλογα και με τις διαστάσεις του κτιρίου.                                



ΜΕΡΟΣ 5ο

ΟΙ ΣΦΡΑΓΙΔΕΣ

  Οι κεραμίδες όπως λέει και ο Ορλάνδος, σφραγίζονταν όταν ο πηλός ήταν νωπός, για να αποφεύγονται οι κλοπές αν ήταν δημόσιες, αλλά και να καθοδηγούνται οι τεχνίτες όσον αφορά τη θέση τους.
  Εμείς θα συμπληρώναμε ακόμα, και για το γεγονός της διαφοράς μεγέθους μεταξύ ομοειδών κεραμίδων.
  Βρίσκομαι λοιπόν στην ευχάριστη θέση, να παρουσιάσω όσες σφραγίδες Συμαϊκών κεραμίδων συνέλεξα από την επιφάνεια της περιοχής της καμίνου και του εργαστηρίου των Σαρπών.
Θέλω εδώ να κάνω μια παρένθεση και να πω, πως όλες οι σφραγίδες και όλα τα ευρήματα που βρήκα, παρεδόθησαν στην αρχαιολογική υπηρεσία. Μάλιστα είχα προτείνει να αναλάβω με δικά μου έξοδα την κατασκευή μιας προθήκης για να μπουν όλα αυτά τα προϊόντα της κεραμικής καμίνου, που γνωρίζουμε σίγουρα ότι είναι Συμαϊκής κεραμικής αποδεδειγμένα, αλλά δεν πήρα καμιά απάντηση από τότε. (1996).
  Επανερχόμαστε στις Συμαϊκές σφραγίδες, για να πούμε, πως η κάθε σφραγίδα (τύπος), βρίσκεται πάνω στη γωνία της κοίλης πλευράς (εσωτερικής) της κάθε κεραμίδας.
  Άρα βλέποντας αυτό, καταλαβαίνουμε ότι τα καλούπια ήταν κοίλα, και η εξωτερική πλευρά των κεραμίδων ακουμπούσε στο καλούπι.
 Όταν έπαιρνε την τελική της μορφή, σφραγιζόταν με τη σφραγίδα, και έμενε εκεί μέχρι να αποβάλει την υγρασία που είχε, ώστε να ξεκολλάει, και να μπει στην κάμινο.
  Παρ’ όλο που ο Ορλάνδος αναφέρει ότι μόνον επιγραφές χρησιμοποιούσαν στις σφραγίδες, στο εργαστήριο των Σαρπών, οι σφραγίδες στο σύνολό τους αποτελούνται από διακοσμητικά μοτίβα και σχέδια παρμένα από το φυτικό κόσμο κυρίως.
  Υπάρχουν και δύο σφραγίδες που φέρουν γράμματα.
  Για τις σφραγίδες που λείπει το1/4  ή 1/5  τους περίπου, μπορεί εύκολα  κανείς να συμπληρώσει το σχέδιο, ώστε να έχει ολοκληρωμένη εικόνα.
  Σε άλλες που υπάρχει μόνο το ήμισυ ή και λιγότερο, είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς το μοτίβο ή την επιγραφή πως ήταν στην αρχική της μορφή.
  Το μήκος της μεγαλύτερης σφραγίδας είναι 5.50 εκατοστά, και της μικρότερης 3.00 εκατοστά.
  Έχουμε σφραγίδα κυκλική με απεικόνιση άνθους με ασύμμετρα φύλλα (ανολοκλήρωτη), κυκλική με απεικόνιση άνθους με 10 φύλλα η οποία όμως μπορεί να εκληφθεί σαν τροχός με πολλές ακτίνες, κυκλική σε σχήμα τετράφυλλου τριφυλλιού, κυκλική με μοτίβο λεπτομέρειας από κλωνάρι δένδρου σε απλοποιημένη μορφή, (ανολοκλήρωτη), κυκλική  με επιγραφή, (ανολοκλήρωτη – δυσανάγνωστη), κυκλική χωρίς κάποιο μοτίβο ή επιγραφή (ανολοκλήρωτη), και ελλειψοειδής με ευθείες να τέμνονται ασύμμετρα μεταξύ τους (ανολοκλήρωτη).
  Τέλος υπάρχει ορθογώνια σφραγίδα με δύο γράμματα μέσα ΒΑ.
  Για την τελευταία αυτή σφραγίδα ο Ορλάνδος αναφέρει πως «εις πολλάς κεραμίδας των Πύργων της Δημητριάδος, ευρέθησαν μικραί τετράγωναι σφραγίδες με τα γράμματα ΒΑ, είτε ελεύθερα είτε εν συμπλέγματι, άτινα ερμηνεύονται ως συντομογραφία της λέξεως Βα(σιλικόν) ενν. σήμα, είτε της λέξεως Βα(σιλέως)  όταν ίδια συνοδεύονται και υπό εταίρου γράμματος αρχικού του ονόματος Βασιλέως ως π.χ. εν. 161Χ2396: ΒΑ(σιλέως) Φ(ιλίππου) είτε τέλος της λέξεως ΒΑ(σιλική) εννοείται κεραμίς».                     


                                               
                                                               ΜΕΡΟΣ 6ο
                                              
                                              ΑΛΛΕΣ ΚΕΡΑΜΙΚΕΣ ΚΑΜΙΝΟΙ

Αναζητώντας άλλες κεραμικές καμίνους, επισκέφτηκα αρκετά παραλιακά μέρη, στα οποία εντόπισα πέντε καμίνους.
Θα ξεκινήσω από τις πιο κοντινές, που πράγματι η ανακάλυψη αυτών των δύο με εξέπληξε, όσον αφορά την τοποθεσία που φιλοξενούνται.
Μπαίνοντας στο Διαπόρι, προερχόμενοι από το λιμάνι του Γιαλού, στη μέση περίπου του θαλάσσιου στενού που χωρίζει τη Σύμη από το νησί της Νύμου, υπάρχουν δύο κεραμικοί κάμινοι, η μία στη μεριά της Σύμης, και η άλλη στη μεριά της Νύμου, σχεδόν αντικριστά.
  Αυτήν της Νύμου την είχα εντοπίσει παλαιότερα, αλλά η άλλη στην άλλη πλευρά, μετά τις μεγάλες βροχές, εμφανίστηκαν υπόλοιπα από καύσεις καθώς και κομμάτια από τον αποθέτη, ενώ η ίδια η κάμινος, σχεδόν βρέχεται από τη θάλασσα, καθώς ως γνωστόν, η στάθμη της επιφάνειας, ανέβηκε τουλάχιστον 1.50 – 1.70 μέτρα από την εποχή εκείνη. (έχουμε κάνει υποθαλάσσιες μετρήσεις σε παράλιες εγκαταστάσεις και αποβάθρες, στη Σύμη. Σχετικά με αυτό, περιοδικό ΑΙΓΛΗ αριθμός τεύχους 4 του 1994. «Ένα παράλιο οικοδόμημα των Ελληνιστικών χρόνων»).
Τα μόνα επιφανειακά ευρήματα – μια και στις δύο έχει γίνει μεγάλη επιχωμάτωση με τα χρόνια, και η θάλασσα εξαφάνισε πολλά - από τη μια αυτήν προς την ηπειρωτική στεριά, είναι κομμάτια από την οροφή, και λίγα κομμάτια από κεραμίδες Λακωνικού τύπου.
Στην κάμινο της Νύμου, φαίνεται αμυδρά το στρόγγυλο σχήμα της. Διάμετρος εσωτερική 4.50 μέτρα, εξωτερική 6.40 μέτρα. Πάχος τοιχοποιίας 1.90 μέτρα.
  Ερχόμαστε τώρα, σε μια άλλη κάμινο, μετά τις Σάρπες, στο μικρό λιμανάκι του Αϊ Σίδερου.
  Στο κεντρικό μέρος της παραλίας και λίγο δεξιά της, βρίσκεται μια κεραμική κάμινος, 6 – 7 μέτρα από τη θάλασσα. Ερείπια από την τοιχοποιία της όπως και ερείπια από το εργαστήριο, φαίνονται λίγο ψηλότερα από εκεί, ενώ υπάρχουν όστρακα κεραμίδων Λακωνικού τύπου, που πιθανόν υποδηλώνουν αποθέτη. 
  Οι κεραμίδες στέγης Λακωνικού τύπου σε αυτό το καμίνι του Αϊ Σίδερου, αποτελούνται οι περισσότερες, από πηλό πιο καθαρό από αυτόν των Σαρπών χωρίς προσμίξεις, αλλά υπάρχουν και άλλα κομμάτια που έχουν ομοιότητες με τη σύσταση του πηλού των Σαρπών.
  Μόνο ένα κομμάτι με σφραγίδα εντοπίσαμε στην επιφανειακή έρευνα που κάναμε.
  Η σφράγιση αυτή στη νωπή επιφάνεια έχει γίνει με το δάχτυλο, και είναι σε σχήμα σταυρού.

  Μια άλλη κεραμική κάμινο εντοπίσαμε απέναντι από το νησάκι του Αϊ Μιλιανού, γι’ αυτήν υπάρχει αναφορά στο τεύχος αριθμός 4 του περιοδικού ΑΙΓΛΗ του 1994.
  Η απόστασή της από τη θάλασσα είναι 5 – 6 μέτρα, και δεν έχουμε ένδειξη τι προϊόντα παρήγαγε.
  Τα μόνα που έχουν βρεθεί εκεί κοντά όπως μάθαμε παλιά, ήταν κάποιοι κεραμικοί τροχοί, οι οποίοι καταστρέφονταν με το άγγιγμα, διαστάσεων μεταξύ 25.00 και 35.00 εκατοστά, και πάχος γύρω στα 10 εκατοστά.
  Ακόμα μια κάμινο κεραμικών εντοπίσαμε στον κάβο του Αϊ Νικόλα της Κεφαλής, 15 – 20 μέτρα από τη θάλασσα.
  Για την κάμινο αυτή, είχαμε κάνει αναφορά στο περιοδικό ΑΙΓΛΗ αριθμός τεύχους 5 του 1995 στη μελέτη «ΜΙΑ ΥΠΟΓΕΙΑ ΚΑΤΟΙΚΙΑ».
  Οι διαστάσεις της σχεδόν συμπίπτουν με αυτών της Νύμου. Εσωτερική διάμετρος 4.65 μέτρα, πάχος τοιχοποιίας 1.90 μέτρα.
  Τα όστρακα (κομμάτια κεραμικών) είναι διάφορα που βρίσκονται τριγύρω, αλλά υπερτερούν αυτά των αγγείων. Υπάρχουν και ορισμένα με μέλανα βαφή αλλά και ερυθρά βαφή.
  Μια ακόμα κάμινος υπάρχει στο λιμανάκι του Κουπιού στη δεξιά του πλευρά, και χρησιμοποιεί τη φυσική διαρρύθμιση των βράχων για να δημιουργήσει το κυκλικό της σχήμα, αλλά ταυτόχρονα με αυτό τον τρόπο, να έχει και λιγότερη απώλεια θερμότητας.
Δεν υπάρχουν ευρήματα επιφανειακά που μπορούν να καθορίσουν το είδος που παρήγαγε
η κάμινος.                                                                                                    
                                                                                                          
ΜΕΡΟΣ 7ο

ΟΙ ΤΟΠΟΘΕΣΙΕΣ

  Ποιοί λόγοι συνετέλεσαν στην επιλογή των τοποθεσιών των κεραμικών καμίνων, και εν προκειμένω στην περιοχή των Σαρπών, όπου έχουμε μια πιο σαφή εικόνα με την εύρεση του είδους που παρήγαγε, και τα όστρακα με τις σφραγίδες;
  Ο καθηγητής Πανεπιστημίου Κ. Δαβάρας εξηγεί:
«Το κτίσιμο της καμίνου επιλέγεται, επειδή η ύπαρξη κατακόρυφου πρανούς, επιτρέπει την στήριξη του κτίσματος, τη μείωση της θερμότητας, την ύπαρξη προφανώς καταλλήλου γης δια τας ανάγκας της αγγειοπλαστικής, κυρίως δε εις την εγγύτητα  και αφθονίαν ύδατος, και τέλος εις την υφιστάμενη ευκολία ξυλεύσεως δια την λειτουργία της καμίνου».
  Έχει απόλυτο δίκιο λοιπόν ο καθηγητής, και στην περίπτωση μας, επαληθεύεται πλήρως. Όλοι οι λόγοι συντρέχουν για την κάμινο των Σαρπών.
  Για τις άλλες καμίνους, έχουμε να παρατηρήσουμε πως, για τις περιοχές Διαπόρι και Νύμο, η μεταφορά νερού από το νερό της Ανάληψης δεν ήταν δύσκολο να γίνει.
  Για τον Αϊ Σίδερο θα μπορούσαν να πάρουν και από τις Σάρπες, αλλά και από το Τολί. Για τον Αϊ Μιλιανό, πλάι στην κεραμική κάμινο, υπήρχε μέχρι πρόσφατα πριν από αρκετά χρόνια, σημάδι που υποδείκνυε πηγαίο νερό, όπως ενθυμούνται οι παλαιότεροι.
  Στην κεραμική κάμινο του Αϊ Νικόλα της Κεφαλής, ξέρουμε πως υπήρχε παλαιότερα νερό στην περιοχή του Πασά στους Δυό Γιαλούς, όπως και στις Νεράσπες. Μάλιστα σε μια απόσταση από την κάμινο υπήρχε μια στρόγγυλη πέτρινη γούρνα, η οποία εξαφανίστηκε πριν 5-6 χρόνια. Προφανώς κάποιοι την πήραν. Ακόμα λίγο πιο πάνω από την κάμινο σε μια σπηλιά η οποία πρέπει να φιλοξενούσε αυτούς που δούλευαν εκεί, έχει απ’ έξω 3 πέτρινες γούρνες, εκ των οποίων η μια η ορθογώνια είναι ακέραιη. Οι άλλες έχουν υποστεί αρκετές καταστροφές, και αποτελούνται από δύο τρία κομμάτια που βρίσκονται τριγύρω τους.
Τις ίδιες πηγές νερού με αυτούς που δραστηριοποιούνταν στον κάβο του Αϊ Νικόλα της Κεφαλής, πρέπει να χρησιμοποιούσαν και οι άλλοι που δούλευαν στην κάμινο του Κουπιού.
  Αναφορικά με τη ξυλεία, οι μόνες περιοχές σήμερα που δεν έχουν δέντρα που θα μπορούσαν να προμηθευτούν τη ξυλεία για καύσιμο ύλη, είναι στο Διαπόρι στις Σάρπες και στον Αϊ Σίδερο.
  Όμως δεν γνωρίζουμε παλαιότερα τι υπήρχε εκεί σχετικά με δέντρα, ενώ με το ίδιο σκεπτικό, θα προβληματιζόμασταν για τα πολλά ασβεστοκάμινα που βρίσκονται σε όλη την ακτογραμμή, από Διαπόρι μέχρι Τολί, είναι πάνω από 23, και έπρεπε να βρίσκουν εύκολη και πολλή ξυλεία.
  Υπάρχει η παράδοση, που θέλει τις περιοχές αυτές, από Διαπόρι μέχρι Αϊ Σίδερο παλαιότερα να διαθέτουν μεγάλους θάμνους, και κυρίως Αρόϊνους, που δεν είναι απίθανο να τους πρόσφεραν τις αναγκαίες ποσότητες που χρειάζονταν.

  Σχετικά με τον πηλό, όπως μετέφεραν δια θαλάσσης νερό όπου ήταν αναγκαίο, το ίδιο θα έκαναν και με την απαραίτητη πρώτη ύλη για τη δημιουργία των κεραμικών. Δε γνωρίζουμε, αν κάποια περιοχή κοντά σε κάμινο, είχε το κατάλληλο χώμα, αλλά αν κάποιο μέρος διαθέτει τέτοια εδάφη, είναι οι Σάρπες και το Τολί.                                                    


ΜΕΡΟΣ 8ο

ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ

  Για τις καμίνους των Σαρπών, του Αϊ Σίδερου, του Αϊ Μιλιανού και αυτής στον κάβο του Αϊ Νικόλα της Κεφαλής,  η λειτουργία τους πρέπει να τοποθετηθεί από το τέλος της κλασσικής εποχής έως και στους Ελληνιστικούς χρόνους, όπου σταματάει η δραστηριότητά τους.
  Για την κάμινο στο Κουπί δεν έχουμε κάποια ένδειξη πότε λειτούργησε, ούτε και για τις δύο στο Διαπόρι.
  Ειδικά οι δύο τελευταίες, πρέπει να ήταν από τις πιο πρώιμες που δραστηριοποιήθηκαν. Και οι δύο αυτές παρήγαγαν, κεραμίδες Λακωνικού τύπου, με την ίδια υφή πηλού όπως και των Σαρπών.
  Όλες οι εκτιμήσεις, βγήκαν μετά από ενδελεχή παρατήρηση και αξιολόγηση των επιφανειακών ευρημάτων, όμως μια συστηματική ανασκαφή από την αρχαιολογική υπηρεσία, θα ήταν περισσότερο διαφωτιστική, ώστε να βγάλουμε σίγουρα και τεκμηριωμένα συμπεράσματα.

Η ΕΠΙΛΟΓΗ

  Είναι άξιον προσοχής, η συγκέντρωση όλων των κεραμικών καμίνων που έχω εντοπίσει σε παραλιακές θέσεις, και θεωρώ δε πολύ σπάνιο την ανεύρεση κεραμικής καμίνου στην ηπειρωτική Σύμη, αφού επισημάνω, πως όλες τοποθετούνται από τη βόρειο έως τη δυτική πλευρά του νησιού.
  Αυτό έχει να κάνει σίγουρα με πολλές παραμέτρους, δίνει δε ταυτόχρονα και επιχειρήματα, να υποστηρίξουμε ότι οι περισσότερες κεραμικοί κάμινοι, λειτουργούν και δραστηριοποιούνται την ίδια περίπου περίοδο, μια και έχουν κοινά γνωρίσματα (αρχιτεκτονική δομή, επιλογή τοποθεσίας, επιλογή προϊόντων, επιλογή θέσης κ.ά.)
  Οι λόγοι λοιπόν που δημιουργήθηκαν οι κεραμικοί κάμινοι στα επιλεγμένα αυτά μέρη, είναι:
1. Η κατάλληλη θέση που πληροί τους όρους απρόσκοπτης λειτουργίας τους. Δηλαδή, οικοδόμηση σε μέρος που έχει λιγότερη απώλεια θερμότητας, ύπαρξη κατάλληλης πρώτης ύλης, (πηλός), ξυλείας για καύσιμο ύλη, και νερό.
2. Η παρουσία τους στις παραθαλάσσιες θέσεις, εξέλιπε τον κίνδυνο καταστροφών από τη μεταφορά των κεραμικών ειδών στα μέρη αγοράς. Θα ήταν πολύ δύσκολη η μεταφορά και με πολλές απώλειες, αν η κάμινος ήταν σε ορεινή θέση. (Έχει βρεθεί επιγραφή που αναφέρει «και ναύλον κεράμου», δηλαδή δαπάνη μεταφοράς δια θαλάσσης . Ορλάνδος)
3. Αν υπήρχε ανάγκη μεταφοράς πρώτης ύλης, όπως πηλού,  νερού, ή ξυλείας, το πλοίο ήταν το κατάλληλο μεταφορικό μέσο.
4. Η οικοδόμηση καμίνων στις παραλίες, προϋποθέτει περίοδο απρόσκοπτης ναυσιπλοΐας, χωρίς τον κίνδυνο επιδρομών, αλλά και έντονης εμπορικής δραστηριότητας και ακμής.
  Αυτή η περίοδος αναμφίβολα, είναι η περίοδος των Ελληνιστικών χρόνων.
5. Η απόσταση από τη βόρεια και δυτική Σύμη, είναι η πιο κοντινή απόσταση για τις αγορές στα μεγάλα εμπορικά κέντρα της περιόδου εκείνης (εκτός Ρόδου), καθώς και στα παράλια της Μικράς Ασίας και τα νησιά. (Κνίδος, Αλικαρνασός, Κως κ.λ.π.)
6. Βρίσκονται σχεδόν όλες μέσα στο ναυτικό δρόμο, που οδηγεί από βορρά προς νότο. (Σμύρνη, Σάμο, Χίο, Κω, Αλικαρνασό, Κνίδο, Ρόδο κ.λ.π.).
  Έτσι μπορούμε να δικαιολογήσουμε και την παρουσία των δύο κεραμικών καμίνων στο Διαπόρι, μια και δε χρειαζόταν ειδική διαδρομή του πλοίου που περνούσε να κάνει τη μεταφόρτωση των κεραμίδων. (κέρδος χρόνου).
7. Η παρουσία τέλος των καμίνων κοντά στη θάλασσα, αλλά και η δραστηριότητα εν γένει των παραλιακών αγορών – οικισμών σε σημεία της Σύμης, προϋποθέτει ναυτικό ικανό και εμπορικό στόλο  αλλά και πολεμικό - αυτό το τελευταίο -  για την αντιμετώπιση των πειρατών. Γιατί οι κεραμικές κάμινοι δεν θα είχαν λόγο ύπαρξης, αν δεν υπήρχαν οργανωμένες μεταφορές, και ασφάλεια για την απρόσκοπτη λειτουργία τους.
  Τους λόγους 5,6, και 7 που παραθέσαμε, έρχεται να ενισχύσει και η άποψη ότι, οι Ελληνικές πόλεις στους Ελληνιστικούς χρόνους, γνώρισαν περίοδο ευημερίας, εξ αιτίας της διεύρυνσης του εμπορίου, το οποίο προσέλαβε διεθνή μορφή, πράγμα που απαιτούσε μεγάλες ποσότητες εμπορευμάτων για εξαγωγή. Η διεύρυνση του εμπορίου και των άλλων ανταλλαγών, βοήθησε στην εξεύρεση νέων θαλάσσιων και χερσαίων αρτηριών. («Ιστορία του Ελληνιστικού κόσμου» του Δημ. Τσιμπουκίδη).

                                                                                                        
ΜΕΡΟΣ 9ο

 ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ
  Και στη μελέτη μου «Ένα παράλιο κτίσμα των Ελληνιστικών χρόνων» (περιοδικό ΑΙΓΛΗ αριθμός τεύχους 4 του 1994), είχα επισημάνει το απότομο σταμάτημα της δραστηριότητας των παραλιακών οικισμών και αγορών της Σύμης την περίοδο των Ελληνιστικών χρόνων, απ’ ότι διαφαίνεται μέσα από τα επιφανειακά ευρήματα.
  Σήμερα έχουμε ένα ακόμα παράδειγμα με τις κεραμικές καμίνους, που επιβεβαιώνει αυτή την πεποίθηση.
Εδώ θα ήθελα να υπογραμμίσω κάτι, το οποίο το έχω τονίσει και παλαιότερα.
  Όσοι γράφουν σε περιοδικά, τουριστικούς οδηγούς, βιβλία κ.λ.π.  αναφερόμενοι στην ιστορία της Σύμης, επαναλαμβάνουν αόριστα ότι η Σύμη είχε ακμή στους Ελληνιστικούς χρόνους, χωρίς φυσικά να έχουν στοιχεία στα χέρια τους να το αποδείξουν.
  Πιθανόν έχουν υπόψη τους ίσως, ότι η Ρόδος παρουσιάζει μεγάλη ακμή αυτή την περίοδο, και βγάζουν αυτό το συμπέρασμα.
  Εν μέρει έχουν δίκιο. Όμως δεν είναι ακριβώς  έτσι. Η ακμή της Σύμης, δεν είναι αποκλειστικότητα και μόνο της ακτινοβολίας της Ρόδου.
  Μπορεί η Σύμη να έχει στενή εμπορική δραστηριότητα με τη Ρόδο, αλλά δεν περιορίζεται μόνο σε αυτήν, ούτε αποτελούσε μονόδρομο χωρίς επιλογή και εναλλακτικές λύσεις αυτή η επαφή.
Σε όλα τα μέρη που έχω μελετήσει και δραστηριοποιούνται στους Ελληνιστικούς χρόνους και όχι μόνο, η παρουσία της Ρόδου και των προϊόντων της είναι έντονη, αλλά ταυτόχρονα είναι παρούσα παντού και η Κνίδος.
  Ακόμα και στο Σεσκλί, που είναι τόσο κοντά στη Ρόδο και η επικοινωνία μαζί της πρέπει να ήταν σε καθημερινή βάση, βρέθηκαν κεραμικές σφραγίδες αμφορέων και τα κάτω χαρακτηριστικά μέρη των οξυπύθμενων  αμφορέων από την Κνίδο.
   Αυτό κάτι έχει να μας πει. Ότι η Σύμη, είχε πολλές επιλογές στις εμπορικές και οικονομικές της δραστηριότητες εκτός Ρόδου.  
  Ο προσανατολισμός των κεραμικών καμίνων στη δυτική και βόρεια πλευρά της Σύμης, τονίζει περισσότερο αυτή την άποψη.
  Η επίδραση της Ρόδου είναι εμφανής, αλλά δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε τα άλλα μεγάλα κέντρα προς τα δυτικά και βόρεια, όπως ήταν η Κως, η Αλικαρνασσός και ιδίως η Κνίδος. Αυτή η τελευταία, μπορεί να μην έφτασε την ακτινοβολία της Ρόδου την περίοδο των Ελληνιστικών χρόνων, όμως έπαιξε σημαντικό ρόλο μαζί με τις άλλες Ελληνικές πόλεις στα απέναντι Μικρασιατικά παράλια.                

ΜΕΡΟΣ 10ο

Συνοψίζοντας μετά το τέλος της μελέτης της κεραμικής καμίνου των Σαρπών, και των άλλων καμίνων, αποδεικνύεται περίτρανα, ότι η Σύμη, ανάμεσα στα μεγάλα εμπορικά και οικονομικά κέντρα της εποχής των Ελληνιστικών χρόνων, όχι μόνο ήταν απλά ένας παθητικός ενδιάμεσος σταθμός μεταφοράς εμπορευμάτων, αλλά παρήγαγε και η ίδια προϊόντα, τα οποία διέθετε στην εγχώρια αγορά, αλλά και στις μεγάλες αγορές και τις ακτές της Μικράς Ασίας. 
Ίσως τα κεραμικά, και η κατασκευή κεραμίδων, το οποίο είναι ένα είδος, που λόγω της ειδικής μεταχείρισης και ευαισθησίας που απαιτούσε για τη μεταφορά του, μπόρεσε να ανθίσει στη Σύμη, επειδή υποψιαζόμαστε ότι κατ’ αρχήν πρέπει να ξεκίνησε για να καλύψει τις τοπικές ανάγκες, μια και το πλεονέκτημά του θα ήταν το μικρότερο κόστος έναντι των άλλων κεραμικών άλλων πόλεων, λόγω της μη ύπαρξης ναύλου.
  Η μεγάλη παραγωγή και η άνθιση του κλάδου των κεραμικών (κεραμίδων) στη Σύμη εκείνη την περίοδο, πρέπει να ήταν συνυφασμένη  με τις οικιστικές ανάγκες των απέναντι Μικρασιατικών πόλεων, και την ανάπτυξη τους στους Ελληνιστικούς χρόνους. 

ΜΙΑ ΑΝΑΠΑΝΤΕΧΗ ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ

  Όταν γράφτηκε αυτή η μελέτη, συζητώντας και ρωτώντας παλαιότερους, μάθαμε μια πολύ σημαντική και ενδιαφέρουσα παράμετρο για την κάμινο των Σαρπών.
  «Ξέρεις πόσες φορές γάιδαροι παλιά φόρτωναν μεγάλες ποσότητες σπασμένων κεραμικών από τις Σάρπες, και πόσες βάρκες πήγαιναν για να μεταφέρουν το είδος αυτό και να το πάνε στην πόλη της Σύμης», μας είπε εμπιστευτικά κάποιος.
  Όταν ρωτήσαμε με απορία ποιος ήταν ο λόγος και ακούσαμε την απάντηση, μόνο τότε καταλάβαμε τις ποσότητες κεραμικών που βρίσκαμε και υπήρχαν σε κάθε τέτοια κατασκευή.
«Όλοι οι σπιτικοί φούρνοι στη Σύμη, με αυτές τις κεραμίδες κτίστηκαν μας είπε».
 
Βιβλιογραφία.

1. Κ. Δαβάρας: «Κεραμική κάμινος εις Ίστρωνα Ανατολικής Κρήτης». Α. Δ. 28 Α’ (1973).
2. Ορλανδου: «Κλίβανοι οπτήσεως κεραμικών ειδών» (κέραμοι στέγης – διάφορα σχήματα κεραμίδων – Σφράγισης των κεραμικών ειδών – Προστατευτικά μέσα των κεράμων).
3. Άννα Guest - Παπαμανώλη: «Κεραμική μια πανάρχαια τέχνη» Περιοδικό «Αρχαιολογία»  τεύχος 9 Νοέμβριος 1983.
4. Θεοφάνη Μπογιάννου: «Ρόδος 240 συναπτές δεκαετίες ακραιφνούς Ελληνισμού».
5. Ετήσιο Συμαϊκό περιοδικό «Αίγλη» Αριθμός τεύχους 4 του 1994, και αριθμός τεύχους 5 του 1995.
6. Σταυρούλα Ασημακοπούλου: «Αμφορείς», περιοδικό Αρχαιολογία  τεύχη 47 – 48 – 49.
7. Τσιμπουκίδη Δημήτριου: «Ιστορία του Ελληνιστικού  κόσμου», εκδόσεις Παπαδήμα 1984.
8 . Frank W. Walbank: «Ο Ελληνιστικός κόσμος», εκδόσεις Βάνιας Θεσσαλονίκη 1993.





Related

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ 3119692423299740813

Δημοσίευση σχολίου

emo-but-icon

Σχετικοι Συνδεσμοι

Προσφατα

item