ΠΩΣ ΚΤΙΣΤΗΚΕ Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΣ ΝΥΜΟΥ

ΠΩΣ ΚΤΙΣΤΗΚΕ Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΣ ΝΥΜΟΥ Βρισκόμαστε γύρω στο 1800 στη Σύμη, και η σπογγαλιεία και το εμπόριο ανθούν στο νησί.   Μεγάλα Συμ...


ΠΩΣ ΚΤΙΣΤΗΚΕ Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΣ ΝΥΜΟΥ

Βρισκόμαστε γύρω στο 1800 στη Σύμη, και η σπογγαλιεία και το εμπόριο ανθούν στο νησί.
  Μεγάλα Συμιακά καραβόσκαρα, ναυπηγημένα στους ταρσανάδες της Σύμης, πηγαινοέρχονται από τα πιο μακρινά μέρη της Μεσογείου ακόμα και πιο πέρα μέχρι τη Μαύρη θάλασσα, μεταφέροντας εμπορεύματα και παντός είδους αγαθά, στην ανθούσα κοινωνία του νησιού.
  Ανάμεσα στους πλοιοκτήτες, και ο Γιώργος Μουστάκης, που έχει στην ιδιοκτησία του τρία μεγάλα καΐκια, διενεργώντας εμπόριο κυρίως προς τα Ευρωπαϊκά λιμάνια της Μεσογείου. Τεργέστη, Βενετία, Μασσαλία κά. Η σύζυγός του είναι η Ελένη Μανιά.
  Συνήθως κάποια εποχή του χρόνου, τα αγκυροβολεί στο μικρό λιμανάκι της Νύμου, όπου δεν υπάρχει ακόμα κτισμένο το εξωκλήσι της Παναγίας.


Για την αγκυροβολία στο συγκεκριμένο μέρος, δεν έχουμε μια λογική εξήγηση - όπως μας μεταφέρθηκε – γιατί ουσιαστικά,  συμπίπτει χρονικά και με τη διαβίωση πάνω στο νησί της Νύμου μιας μικρής ομάδας πασχόντων από λέπρα (λούβα).
  Αν  λοιπόν  αγκυροβολούσε  εκεί,  πάντα  τα καΐκια θα  ήταν (α Ρόδου), δηλαδή σε απόσταση από τη στεριά, και η προσέγγιση θα γινόταν με βάρκες.


Η μόνη εποχή που δεν έπρεπε να αράζει εκεί ήταν χειμώνας, λόγω της ακαταλληλότητας των καιρών στο συγκεκριμένο σημείο.
 Άρα μόνο το καλοκαίρι ενδείκνυται. Οπότε, η πιο πιθανή ερμηνεία που μπορούμε να δώσουμε είναι ότι, όταν ταξίδευαν κάποια από τα τρία, τα υπόλοιπα άραζαν στο συγκεκριμένο σημείο αν δεν είχαν μπάρκο. Η δικαιολογία γι αυτό θα ήταν, επειδή υπήρχε συνωστισμός στο λιμάνι της Σύμης από πλεούμενα, που τότε δεν θα είχε και τις ανάλογες υποδομές.
  Εν πάση περιπτώσει. Συνεχίζοντας τη διήγησή μας, θα δούμε, πως συνδέονται όλα αυτά μεταξύ τους, ώστε να βγάλουμε τα συμπεράσματά μας.


Κάποια μέρα λοιπόν που ήταν αραγμένος στο μικρό λιμανάκι της Νύμου, κοιμήθηκε στο καΐκι ο Γιώργος Μουστάκης, και στον ύπνο του ήρθε μια κοπέλα, που του είπε σε έντονο ύφος:
  «Φρόντισε να με κατεβάσεις εδώ κάτω και να μου κτίσεις εκκλησάκι, γιατί θα λουβιάσω την οικογένειά σου».
  Ο Γιώργος Μουστάκης ξύπνησε έντρομος, και προσπάθησε να καταλάβει το κρυφό νόημα του ονείρου που είδε.
  Η μόνη εξήγηση ήταν, ότι έπρεπε να κατεβάσει την Παναγία  από εκεί που βρισκόταν, και να κτίσει εκκλησάκι εδώ στο μικρό λιμανάκι.
  Το πού βρισκόταν παλιά το προσκύνημα της Παναγίας, όλοι υποδεικνύουν ένα σημείο απέναντι από τη βραχονησίδα Ξύλο πίσω από ένα μικρό λόφο.
Για όσους γνωρίζουν την μορφολογία της περιοχής, απέναντι από το Ξύλο, κατεβαίνει ένας μικρός χείμαρρος. Αν τον ακολουθήσεις μέχρι ενός σημείου,  και φτάσεις δεξιά σου να έχεις ένα μικρό λόφο, πίσω ακριβώς από αυτόν είναι η περιοχή που κάποιοι το λένε «Παλιά Παναγιά».
  Όμως, επειδή με τις αρχαιολογικές μου αναζητήσεις, το επισκέφτηκα πάνω από 3 φορές, δε δικαιολογεί παλιό εξωκλήσι ή ναΐσκο, γιατί τα υπάρχοντα ερείπια, είναι κατασκευή πιθανόν βοσκών, πάνω σε προχριστιανική βάση μικρού κτιρίου.  



Η βραχονησίδα Ξύλο, όπως φαίνεται από το σημείο του παλιού προχριστιανικού κτιρίου.


Πλάι στον δυτικό τοίχο, βρίσκουμε μονόλιθο προσφορών , και σε απόσταση πάνω από 50 μέτρα προς τον Βορρά υπάρχει μεγάλη κυκλική δεξαμενή σοβατισμένη εσωτερικά με αστρακιά (Βυζαντινό κορασάνι – κουρασάνι), που μάζευε τα όμβρια ύδατα από την πλαγιά.


Ο μονόλιθος προσφορών


Η μεγάλη κυκλική δεξαμενή για τα όμβρια ύδατα.

  Το πιο πειστικό στοιχείο όμως που αποδεικνύει ότι δεν υπήρχε ναός, είναι  ο προσανατολισμός του κτιρίου, όπως θα ήταν για ένα Χριστιανικό ναό. Δηλαδή, δεν υπάρχει ευθυγράμμιση προς την ανατολή για το «Ιερό» όπως είναι όλοι οι Χριστιανικοί ναοί.
  Πέραν αυτού, ούτε σε κάποιο κομμάτι τοίχου από τους εναπομείναντες, ούτε στη γύρω περιοχή, βρίσκουμε κομμάτια από σοβά, για να δικαιολογήσουμε εσωτερικά τουλάχιστον ότι ήταν στεγανοποιημένο το μικρό κτίριο.
  Άρα ήταν μια κατασκευή από ξερολιθιά, που εξυπηρετούσε τις ανάγκες κάποιων ανθρώπων.



Γωνία του προχριστιανικού κτιρίου, πλάι δεξιά οι νεώτερες προσθήκες.

  Οπότε, η πιο πιθανή εξήγηση είναι, ότι πράγματι υπήρχε κάποια εικόνα εκεί στο μικρό σπιτάκι, που γινόταν χώρος και τόπος προσκύνησης για όσους έφταναν μέχρι εκεί, και ίσως είχε αποκτήσει κάποια φήμη.
  Την εικόνα αυτή, μπορεί να την είχε στον συγκεκριμένο χώρο, βοσκός ή αγρότης  - να σημειώσουμε ότι η περιοχή φαίνεται να είχε καλλιέργειες μέχρι πρόσφατα, γιατί υπάρχουν όρια χωραφιών με ξερολιθιές αρκετής έκτασης, και ακούσαμε να αναφέρονται και κάποια ονόματα σαν ιδιοκτήτες στη Νύμο - να βρέθηκε εκεί, ή κάπου εκεί κοντά, ή να την έφεραν από τα απέναντι Μικρασιατικά παράλια.
  Αυτό το τελευταίο το προκρίνουμε περισσότερο, γιατί η μεταφορά ζώων από και προς την απέναντι ακτή, γινόταν εποχιακά, παράδειγμα τα Καράμακκα, τα οποία κτίστηκαν πρωτίστως γι’ αυτή την ανάγκη.
  Ακόμα να πούμε, πως μπορεί να έχει σχέση, και με ορισμένα μηχανοκάικα που άραζαν εκεί στην εκβολή του χειμάρρου απέναντι από το Ξύλο, πριν ξεκινήσουν το ταξίδι για τα μέρη της Αφρικής.
 Ο λόγος που έμεναν εκεί ήταν, για να έχουν τους δύτες κυρίως μαζεμένους σε ένα μέρος και να τους ελέγχουν, γιατί ήταν γνωστό, ότι κάποιοι από αυτούς, όταν έπαιρναν προκαταβολή για το ταξίδι, ξόδευαν τα χρήματα στο ποτό και μετά εξαφανίζονταν, και τους ψάχνανε ακόμα και στα βουνά να τους βρουν.
  Με όλα αυτά, θέλουμε να πούμε, πως ήταν ένα πρόχειρο μέρος προσκυνήματος, για μια εικόνα της Παναγίας που ήταν στο συγκεκριμένο σπιτάκι, και δεν είχε τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα ενός μικρού ναΐσκου, όπως τονίσαμε.
  Αυτός νομίζουμε ήταν και ο λόγος, που η Παναγία ζήτησε από τον Γιώργο Μουστάκη να την κατεβάσει κάτω, και να κτίσει εξωκκλήσι στη σημερινή θέση που βρίσκεται, ώστε να είναι εύκολα προσβάσιμη, και να αποκτήσει μόνιμο και προφυλαγμένο χώρο κατοικίας.



  Έτσι το σημείο που την είχαν παλιά ονομάστηκε Παλιά Παναγιά, σε αντίθεση με τη νέα θέση της στον σημερινό χώρο που είναι κτισμένη.
  Ο Γιώργος Μουστάκης λοιπόν το έβαλε στο μυαλό του, και σκεπτόταν πως θα πραγματοποιήσει την επιθυμία της Παναγίας.
  Μπαρκάρισε για Βενετιά, και σε όλο το ταξίδι αυτό τριγυρνούσε στη σκέψη του.
  Όταν έφτασε και άραξε στην πόλη, ολοκλήρωσε τις δουλειές σε 2 - 3 μέρες που είχε να κάνει με το καΐκι και με τα εμπορεύματα που του είχαν παραγγείλει οι έμποροι της Σύμης, και βγήκε μια βόλτα να αγοράσει κάτι για την οικογένειά του.
  Σε ένα δρόμο καθώς περνούσε, βλέπει έναν και ζωγράφιζε μια εικόνα. Πήγε πιο κοντά, να κοιτάξει τι ζωγράφιζε. Ήταν η Παναγία.
  Αυτό ήταν ένα σημάδι, που δεν έπρεπε να το αγνοήσει.
  Του άρεσε η εικόνα, και ρώτησε τον ζωγράφο αν την πουλάει και πόσο.
  «Και βέβαια την πουλάω είπε, αλλά θέλει λίγο ακόμα να τελειώσει».
  «Ωραία», είπε ο Γιώργος Μουστάκης, «φύλαξέ μου την, και στο επόμενο ταξίδι, θάρθω να την πάρω που θα την έχεις ολοκληρώσει, γιατί φεύγω αύριο».
  Πράγματι συμφώνησαν, του είπε και την τιμή, και ο καραβοκύρης έφυγε την άλλη μέρα με το καΐκι για τη Σύμη.
  Ταξίδευαν, και το βράδυ τον βρήκε στο πέλαγος, ενώ σε κάποιο σημείο της διαδρομής, άκουσαν   χτυπήματα στο τιμόνι, και μια δυσκολία να το στρίψουν.
 Φώναξαν τον καπετάνιο, και εκείνος αποφάσισε να σταματήσει το καΐκι να δουν τι ήταν αυτά τα χτυπήματα, γιατί πιθανόν φοβόταν μήπως είχε πάθει κάποια ζημιά το τιμόνι.
  Κοίταξαν πίσω στο τιμόνι, και με έκπληξη είδαν ένα μικρό φως κάτω στη θάλασσα, και ένας ναύτης προσφέρθηκε να κατέβει για να δει, τι τελικά συνέβαινε.
  Ο καπετάνιος δε δέχτηκε να πάει ο ναύτης, αλλά θα κατέβαινε ο ίδιος με σχοινιά και ένα φανάρι, να ξεδιαλύνει το μυστήριο.
  Όταν έφτασε κοντά, δεν πίστευε στα μάτια του αυτό που έβλεπε.
  Είχε σκαλώσει στο τιμόνι, η εικόνα της Παναγίας που την είχε δει να ολοκληρώνει ο ζωγράφος στη Βενετία.
  Την πήρε και την ανέβασε στο καΐκι, και φτάνοντας στη Σύμη, άρχισε να σκέπτεται τις διαδικασίες που χρειαζόταν, για να κτίσει πια το εξωκκλήσι προς τιμήν της Παναγίας.
  Πέρασε λίγος καιρός, και ξαναβρέθηκε πάλι στη Βενετία, και το πρώτο πράγμα που έκανε μόλις έφτασε, ήταν να πάει στον άνθρωπο που ζωγράφισε την εικόνα, και την βρήκε στο τιμόνι του και την πήρε στη Σύμη.
  «Ήρθα να πάρω την εικόνα της Παναγίας και να σε πληρώσω. Δε θυμάσαι που σου είχα πει να μου την αφήσεις»; του είπε, περιμένοντας με περιέργεια την απάντησή του.
  «Τι να σου πω άνθρωπέ μου», είπε εκείνος. «Σε θυμάμαι, αλλά δε θα πιστέψεις  αυτό που θα σου πω. Την εικόνα μόλις την τελείωσα την έχασα. Δεν ξέρω που βρίσκεται».
  «Τώρα δε θα πιστέψεις εμένα αυτό που θα σου πω» του απάντησε, και του διηγήθηκε το περιστατικό με την εικόνα στο τιμόνι.
  Τότε ο ζωγράφος, δε δέχτηκε να πάρει το ποσόν των  χρημάτων όπως είχαν συμφωνήσει που του έδινε ο καπετάνιος, γιατί θεώρησε ότι αυτό ήταν ένα θαύμα, και ήταν χαρούμενος, γιατί έτυχε σε εκείνον να είναι  ο δημιουργός αυτής της εικόνας.
  Μετά την επιστροφή από τη Βενετία, άρχισε να χτίζεται το εξωκλήσι της Παναγίας της Νύμου, και μπήκαν μέσα και οι δύο εικόνες. Η μια που ήταν στην παλιά θέση της, και η άλλη που ήρθε από τη Βενετία, γι αυτό και αυτή την τελευταία την ονόμασαν και Παναγία Βενετσάνα.
  Κάποιοι λένε, πως από τότε άρχισε να χρησιμοποιείτε και το όνομα Βενετσάνα στη Σύμη.




Η εικόνα της Παναγίας της Βενετσάνας




  Οι εικόνες, δεν μένουν στο εξωκλήσι, αλλά τις πηγαίνουν πάντα την ημέρα της εορτής, και μετά πάλι τις φυλάνε στη Σύμη.
  Από τότε, οι έχοντες την επιστασία του εξωκλησιού είναι η οικογένεια Μανιάδων, που συνεχίζουν να ενδιαφέρονται και να μοχθούν για τη συντήρησή του.
  Μάλιστα, η πρόσφατη θεομηνία που άγγιξε το νησί, δεν άφησε ανεπηρέαστη τη Νύμο, και το εξωκλήσι όπως και όλοι οι χώροι, κατακλύστηκαν από τόνους μπαζών από τους χείμαρρους που κατέβηκαν στο συγκεκριμένο σημείο.




Μια φωτογραφία του Νικόλα Μαυρικάκη, που δείχνει τις καταστροφές από τη θεομηνία που έπληξε και τη Νύμο.

  Με συντονισμένες ενέργειες από εθελοντές και μηχανήματα, κατάφεραν να καθαρίσουν τους χώρους, αλλά ακόμα και τώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, χρειάζεται πολλή προσωπική δουλειά και προσπάθεια, για να επανέλθει στην πρώτη του εμφάνιση. Εμείς το ευχόμαστε.
Τα στοιχεία για το κτίσιμο του εξωκλησιού της Παναγίας της Νύμου, τα πήραμε από διηγήσεις του Ασημενιού Μανιά, της οποίας ο προπάππους Γιώργος Μουστάκης ήταν αυτός που πρωτοστάτησε για την ίδρυσή του, όπως μας τα ανέφερε ο Σταύρος Γιαννάς, που τακτικά άκουγε τη γιαγιά του να τα εξιστορεί.




Ακόμα μια φωτογραφία του Νικόλα Μαυρικάκη, που δείχνει το μέγεθος της καταστροφής στη Νύμο.

  Έχει λοιπόν τη σημασία του, να πάνε όσο γίνεται περισσότεροι προσκυνητές στην εορτή της Νύμου, γιατί είναι αναγκαιότητα, να ορθοποδήσει ξανά το εξωκλήσι, και να επανέλθει στην πρότερή του όψη, γιατί όχι και καλλίτερο, μια και οι επιστατούντες το μοναστήρι, έχουν πολλά να κάνουν, για να το προφυλάξουν από μια ενδεχόμενη νέα καταστροφική μανία της φύσης.

  Αναζητήσαμε τις εικόνες για να τις παρουσιάσουμε μέσα στην έρευνά μας, αλλά μας είπαν ότι η Παλιά Παναγιά, βρίσκεται στην Αρχαιολογική υπηρεσία Ρόδου για συντήρηση, ενώ την Παναγία τη Βενετσάνα, την βρήκαμε μετά από ανάρτηση στο ιντερνετ.              
                                                        ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΣΑΡΑΝΤΗΣ


Related

ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ 3588960904640425779

Δημοσίευση σχολίου

emo-but-icon

Σχετικοι Συνδεσμοι

Προσφατα

item