ΜΕΓΑΛΙΘΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ ΣΤΗ ΣΥΜΗ - ΤΟ ΔΡΑΚΟΣΠΙΤΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΦΙΛΗΜΟΝΑ

ΜΕΓΑΛΙΘΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ ΣΤΗ ΣΥΜΗ ΤΟ ΔΡΑΚΟΣΠΙΤΟ ΣΤΟΝ ΑΪ ΦΙΛΗΜΟΝΑ   Δημοσιεύτηκε στο Ετήσιο Περιοδικό ΑΙΓΛΗ, αριθμό τεύχους 11 του 2001   ...


ΜΕΓΑΛΙΘΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ ΣΤΗ ΣΥΜΗ

ΤΟ ΔΡΑΚΟΣΠΙΤΟ ΣΤΟΝ ΑΪ ΦΙΛΗΜΟΝΑ 

Δημοσιεύτηκε στο Ετήσιο Περιοδικό ΑΙΓΛΗ, αριθμό τεύχους 11 του 2001 

Το να μιλάς για τον πολιτισμό της Σύμης, είναι σαν να αναφέρεσαι ταυτόχρονα, και στον πολιτισμό που πέρασε από τα νησιά του Νότιου Αιγαίου.

Αλλεπάλληλες εποικήσεις, ανάλογα με τις δυνατές μετακινήσεις των φύλων  και τις κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούσαν ανά διαστήματα.  

Ο εκάστοτε έποικος, έφερνε μαζί του (επέβαλλε) νέο τρόπο ζωής, και δεχόταν (ενσωμάτωνε) ότι ήταν καλλίτερο από τον δικό του.

Έτσι ο κάθε νέος πολιτισμός, βασισμένος στα νέα δημιουργικά στοιχεία και στα παλιά που κατόρθωσαν να επιβιώσουν, σταδιακά εξελισσόταν στο μέτρο που ήταν δυνατόν, λαμβανομένων υπ’ όψιν, και των ιδιαιτεροτήτων της κάθε περιοχής.

  Η Σύμη, όπως και τα νησιά που η απόστασή τους από την ηπειρωτική στεριά (Μικρά Ασία)  ήταν μικρή, δέχτηκε από τα πρώτα τους τολμηρούς αποίκους, που κατάφεραν να διασχίσουν την απόσταση που τα χώριζε.

  Λόγω εδαφολογικών συνθηκών και άλλων παραγόντων, κάποια κράτησαν καθαρά τα χνάρια των προγόνων που πέρασαν, άλλα πάλι κράτησαν μέρος από αυτά, ή κράτησαν τα πιο μεταγενέστερα για τους ίδιους λόγους.

  Η Σύμη, ένα νησάκι απόκρημνο με το μεγαλύτερο μέρος του εδάφους του πετρώδες, διατήρησε ως επί το πλείστον τα σημάδια αυτών που πέρασαν, και κατάφερε να τους δώσει τη μοναδικότητα εκείνη που έχει, να κρατά αναλλοίωτα σχεδόν, ότι ανά τους αιώνες δημιούργησαν με τόσο κόπο  στη γη του οι πρόγονοι.

  Μετά τη διαβίωση των ανθρώπων στα σπήλαια, άρχισαν δειλά – δειλά οι πρώτες απόπειρες για τη δημιουργία κατοικίας, χρησιμοποιώντας το άφθονο υλικό που υπήρχε στη φύση, την πέτρα.

  Μια τέτοια λοιπόν κατασκευή θα σας παρουσιάσουμε, που απομονωμένη σε ένα μακρινό σημείο του νησιού, κατόρθωσε να κρατηθεί, παρά τις επανειλημμένες χρήσεις και επεμβάσεις που δέχτηκε τις διάφορες εποχές.

  Όμως, ένα τόσο δύσκολο θέμα, απαιτούσε και ανάλογη βιβλιογραφία, αλλά και παρόμοια συγγράμματα μελέτης.

 Έτσι λοιπόν απευθύνθηκα στον κο Μουτσόπουλο Νικόλαο, αρχιτέκτονα – μηχανικό, καθηγητή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, που προϊστατο τότε του εργαστηρίου Αρχιτεκτονικής Μορφολογίας και Ρυθμολογίας του ίδιου Πανεπιστημίου, και ο οποίος δέχτηκε πρόθυμα να μου στείλει τις πολύτιμες συμβουλές του και τα συγγράμματά του, τα οποία είχαν παρεμφερές ή παρόμοιο αντικείμενο μελέτης.

  Είναι γνωστό άλλωστε, ότι έχει μελετήσει επισταμένως τα Δρακόσπιτα της Όχης στην Εύβοια, τα μεγαλιθικά μνημεία της Μάνης, κατασκευές οι οποίες προσομοιάζουν με αυτό που θα μελετούσα στη Σύμη.

 Του εξέφρασα τότε τις ευχαριστίες μου – δεν βρίσκεται πλέον ανάμεσά μας – και θέλω να πω πόσο ευγνώμων αισθάνθηκα, για τις υποδείξεις και τα συγγράμματά του, και κυρίως με την προσοχή που έσκυψε να ακούσει τις σκέψεις και τις απορίες μου.

  Το μεγαλιθικό μνημείο που θα μελετήσουμε βρίσκεται στην περιοχή του Μοναστηριού του Αγίου  Φιλήμονα.

  Η κατασκευή είναι ορθογώνια, με τη βορινή πλευρά να μην έχει τοίχο, αλλά να ακουμπά στην πλαγιά του βουνού, και να χρησιμοποιεί για τοίχο, τους βράχους που βρίσκονται στο σημείο εκείνο.

 Άλλωστε νομίζουμε, πως σκόπιμα διάλεξαν το μέρος εκείνο, μια και τους παρέχει προστασία από το βοριά το χειμώνα, είναι αθέατο από την πλευρά της θάλασσας, και δεν χρειάστηκε να χτίσουν επί πλέον τοίχο.

  Η κατασκευή όπως αναφέραμε, είναι σχεδόν ορθογώνια, με διαστάσεις εσωτερικά 3.40 μέτρα μήκος. Το πλάτος μόλις μπει από τη χαμηλή είσοδο είναι 1,10 μέτρα, για να φθάσει όσο προχωράς στο 1,70 μέτρα, στο τέλος του ανατολικού τοίχου.

Το πάχος της λιθοδομής είναι 0,70 μέτρα και η είσοδος έχει άνοιγμα προς τη δύση, με διαστάσεις 0,55Χ0,50 μέτρα, αλλά πιθανόν με τον καιρό έχει γίνει επιχωμάτωση στο δάπεδο.

  Το ύψος εσωτερικά από το νυν δάπεδο είναι 0,80 – 0,90 μέτρα, μέχρι την μια πλάκα οροφής που απέμεινε.

Στο νοτιοανατολικό μέρος, εκεί που δημιουργείται η γωνία μεταξύ ανατολικού και νότιου τοίχου βρίσκεται το παράθυρο, το οποίο το ανακαλύψαμε τυχαία, μια και είχε κλειστεί με πέτρες από την εξωτερική πλευρά.

Ο ανατολικός τοίχος δεν έρχεται κάθετα προς το νότιο τοίχο, αλλά προχωρεί αποκλίνοντας, ούτως ώστε όταν τον συναντά, να δημιουργεί οξεία γωνία.

Ο λόγος που έγινε αυτή η ιδιομορφία – και δε μπορούσαμε να το εξηγήσουμε πριν ανακαλύψουμε το παράθυρο – είναι για να έχει φωτεινότητα μέσα όλη η  οικία όπως διαπιστώσαμε.

Για τον ίδιο λόγο οι κάθετες πλευρές του παραθύρου, δεν πάνε παράλληλα μεταξύ τους, αλλά αποκλίνουν για να δημιουργείται μεγαλύτερο άνοιγμα προς τα μέσα για περισσότερο φως εσωτερικά.

  Την ίδια μορφή παραθύρου, έχουν και πολλά νεώτερα λιθόκτιστα σπιτάκια βοσκών.

  Οι διαστάσεις του παραθύρου είναι 30Χ30 εκατοστά.

  Το πάνω μέρος του παραθύρου, ορίζει η μεγάλη πλάκα που καλύπτει το ¼ του εμβαδού της οροφής, και η οποία τοποθετημένη προσεκτικά, βρίσκεται στο ανατολικό μέρος, και σίγουρα χρειάστηκε μεγάλο κόπο και προσπάθεια για να μεταφερθεί και να υψωθεί στο σημείο εκείνο. Οι διαστάσεις της είναι 1,55Χ 0,65 Χ 0,40 μέτρα. (Μήκος – πλάτος – πάχος).

  Αν παρατηρήσουμε εξωτερικά το κτίσμα, (νότιος τοίχος) παρουσιάζει το εξής ενδιαφέρον. Προς τη βάση του οικοδομήματος οι πέτρες είναι μεγάλες και ογκώδεις – τουλάχιστον η πρώτη και δεύτερη σειρά – και μετά η λιθοδομή αποτελείται από μικρές πέτρες.

  Ο λόγος όπως υποθέτουμε είναι, οι κατά καιρούς επιδιορθώσεις και προσθήκες, σε μεταγενέστερες εποχές, μετά από το πέσιμο κάποιων αρχικών ογκόλιθων, που φαίνονται να κείτονται όχι σε μεγάλη απόσταση από το κτίριο.

Μάλιστα σε κάποια σημεία εξωτερικά της λιθοδομής, φαίνονται επιχρίσματα με «αστρακιά» (Βυζαντινό κουρασάνι).

  Το κτίσμα, δεν παρουσιάζει τίποτε το ιδιαίτερο, εκτός του ότι στην αρχική του μορφή, θα ήταν δομημένο εξ ολοκλήρου με μεγάλες πέτρες.

  Εκείνο όμως που το κάνει να το μελετούμε είναι γιατί οι μεγάλοι ογκόλιθοι που χρησιμοποιήθηκαν, και ειδικά της στέγης καθώς και όλης της τοιχοποιίας είναι ακατέργαστες. Πράγμα που υποδηλώνει, ότι αυτή η μικρή κατασκευή με τις μεγαλιθικές πέτρες, βρίσκεται πολύ κοντά χρονικά, στις πρώτες απόπειρες των ανθρώπων του νησιού για τη δημιουργία κατοικίας.

Αυτό που ξενίζει είναι το χαμηλό ύψος της, αν και δεν γνωρίζουμε αν και κατά πόσο έχει γίνει μεγάλη επιχωμάτωση μέσα κι έξω, μια και πρέπει να χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα σε διάφορες εποχές, όπως δείχνουν και οι προσθήκες στη λιθοδομή.

  Γνωρίζουμε ότι ανάλογες κατασκευές στα Στείρα  έχουν την ίδια ιδιομορφία, δηλαδή, είναι δύσκολο να σταθεί άνθρωπος όρθιος στο εσωτερικό της.

    Πιθανόν την ημέρα πολλές εργασίες και δραστηριότητες να λάμβαναν χώρα έξω από την οικία – μπροστά στην είσοδο και κάτω στον νότιο τοίχο – ιδίως κατά την  άνοιξη και το καλοκαίρι, και κατά το σούρουπο να έμπαιναν μέσα.

  Η οικία αυτή εντάσσεται στις μεγαλιθικές κατασκευές, και σε εκείνες που δεν έχουν επεξεργασμένες πέτρες στη λιθοδομή. Ίσως μάλιστα η άλλη άκρη του νήματος να βρίσκεται στην απέναντι ακτή της Καρίας, όπου υπάρχουν ανάλογες κατασκευές, όπως τις έχουν εντοπίσει ξένοι μελετητές.

  Αυτό άλλωστε πρέπει να θεωρείται λογικό επακόλουθο, μια και οι πρώτοι άποικοι όπως έχουμε αναφέρει, έχουν έρθει από την ηπειρωτική γη.

 Τα μεγαλιθικά μνημεία που βρίσκονται σε ορισμένες περιοχές της Ελλάδας, ανάλογα με την αρχιτεκτονική τους δομή και τις τοπικές παραδόσεις, παρουσιάζονται με διάφορες ονομασίες.  

Είναι γνωστό το Δρακόσπιτο της Όχης, που μελέτησε ο καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Μουτσόπουλος, ενώ σε άλλες κατηγορίες, κατατάσσονται κάποιες άλλες κατασκευές που μελέτησε ο ίδιος, όπως οι Κήφες στη Χάλκη και Αλιμιά, και τα μεγαλιθικά μνημεία της Μάνης.

Όλες αυτές οι μεγαλιθικές κατασκευές, είναι δημιουργήματα των Πελασγών και των Λελέγων, όπως υποστηρίζουν οι ερευνητές που τα μελέτησαν.

  Εμείς  το παρουσιάσαμε, γιατί έτσι μπορέσαμε να βγάλουμε κάποια συμπεράσματα για τις πρώτες κατοικίες της Σύμης, τη φιλοσοφία τους όσον αφορά την επιλογή τοποθεσίας, την αρχιτεκτονική, τον προσανατολισμό τους σε σχέση με τον ήλιο κ.λ.π.

  Σίγουρα η απέναντι ακτή της Καρίας ήταν κοντά, για να δελεάσει τους πρώτους τολμηρούς που έβλεπαν το νησί της Σύμης, να ζητήσουν καλύτερη τύχη και γη, για να ριζώσουν και να χτίσουν τις πρώτες τους κατοικίες.

Ήρθαν στη Σύμη και πάλεψαν με τα στοιχεία της φύσης για να επιβιώσουν, χρησιμοποιώντας την άφθονη πέτρα που υπάρχει.

  * Και ενώ η μελέτη αυτή γράφτηκε και δημοσιεύτηκε το 2001 στο Ετήσιο περιοδικό ΑΙΓΛΗ, προσφορά της εφημερίδας μας Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΣΥΜΗΣ,  μετά από 15 περίπου χρόνια, εντοπίσαμε ακόμα δύο παρόμοιες κατασκευές, λίγο πιο νότια και πιο χαμηλά από το πρώτο κτίσμα, όχι σε μεγάλη απόσταση από εκείνο, αλλά με μεγάλη επιχωμάτωση.

  Αυτό όμως, μας παραπέμπει να εκφράσουμε την άποψη, ότι δεν ήταν μοναχική η πρώτη οικία, αλλά εντάσσεται σε μια συστάδα κατοικιών, που παραπέμπει σε οργανωμένη κοινωνία.

Προφανώς είχε στη δικαιοδοσία της και καλλιεργούσε, την μικρή κοιλάδα που βρίσκεται πίσω και νότια από το μοναστήρι του Αγίου Φιλήμονα, (Κάμπα του Μιχαήλη), και είναι γνωστό ότι η ανθρώπινη δραστηριότητα με επίκεντρο αυτή την καλλιεργήσιμη γη, συνεχίστηκε και αργότερα στους ιστορικούς χρόνους Ελληνιστική εποχή, με τον οικισμό που αναπτύχθηκε στη συγκεκριμένη περιοχή.             

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: 

ΤΟ ΔΡΑΚΟΣΠΙΤΟ ΤΗΣ ΟΧΗΣ, του καθηγητή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Ν.Κ. Μουτσόπουλου. Αθήνα 1961.

ΝΕΩΤΕΡΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΑ ΜΕΓΑΛΙΘΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΜΑΝΗΣ. Ν. Μουτσόπουλου, καθηγητή Πολυτεχνείου - Γ. Δημητροκάλη, Δρ. Αρχιτέκτονος μηχανικού. Αθήνα 1980.

                                   Κρητικός Σαράντης

Related

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ 7829339610306109639

Δημοσίευση σχολίου

emo-but-icon

Σχετικοι Συνδεσμοι

Προσφατα

item